Αποφάσεις μου Δημοσιευμένες στον ιστότοπο “ΝΟΜΟΣ” – 110/2009 ΜονΠρΡόδου

110/2009 ΜΠΡ ΡΟΔ (ΕΙΔΙΚΗ) ( 544571)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα. Έξοδα κηδείας. Ποιά έξοδα περιλαμβάνονται στο
κονδύλιο αυτό. Οικογένεια του θύματος. Σε αυτήν περιλαμβάνονται τα παιδιά
και ο αδελφός του θανόντος. Αποκλειστικά υπαίτιος ο οδηγός ΔΧ φορτηγού, ο
οποίος μόλις άναψε πράσινο φως ξεκίνησε από το φανάρι με μεγάλη ταχύτητα, με
αποτέλεσμα να προσκρούσει στη προπορευόμενη δίκλυκλη μοτοσικλέτα, η οποία
και αυτή μόλις είχε ξεκινήσει, και να τραυματίσει θανάσιμα τον οδηγό της.
Συνυπαίτιος ο θανών σε ποσοστό 15% για τον θανάσιμο τραυματισμό του διότι
δεν έφερε προστατευτικό κράνος. Επιδικάζεται ποσό 70 χιλ. ευρώ σε κάθε τέκνο
και 30 χιλ. ευρώ στον αδελφό του θανόντος.

Αριθμός απόφασης 110/2009
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
[ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ]

Αποτελούμενο από τη Δικαστή ΄Ελενα Μπαρκούκη, Πρωτοδίκη την οποία όρισε ο
Πρόεδρος Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Τσαμπίκα Μαλωίνα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στη Ρόδο στις 3 Μαρτίου 2009 για να
δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εναγόντων:

1) …3), κατοίκων Ρόδου, εκ των οποίων οι 1ος και 2ος εμφανίσθηκαν στη
δίκη, ενώ ο 3ος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη
Καραμιχάλη.

Των εναγομένων: 1) I. D., κατοίκου Ρόδου, 2) Μ. Κ., κατοίκου Ρόδου και 3)
Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας που εδρεύει στην Αθήνα, με την επωνυμία
«….. ΑΕΓΑ», νομίμως εκπροσωπούμενης, εκ των οποίων ο 1ος και η 3η εξ αυτών
εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Νικόλαο Σκορδίλη, ενώ ο
δεύτερος ούτε παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε στο δικαστήριο.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 15-6-2008 αγωγή που κατατέθηκε με
αριθμό 279/20-8-2008, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην
αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν
να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Όπως προκύπτει από το φάκελο της δικογραφίας δεν έχει προηγηθεί επίδοση στον
δεύτερο των εναγομένων και ως εκ τούτου η συζήτηση της αγωγής θα πρέπει να
κηρυχθεί απαράδεκτη ως προς αυτόν.

Ι. Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 928 εδάφιο α` ΑΚ, σε περίπτωση
θανατώσεως προσώπου, ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τα έξοδα κηδείας, σ`
εκείνον που κατά το νόμο βαρύνεται μ` αυτά. Κατά την έννοια της διάταξης
αυτής σε συνδυασμό και προς τη διάταξη του άρθρου 1831 ΑΚ, τα έξοδα κηδείας
του θανατωθέντος, δηλαδή όλες οι γενόμενες δαπάνες για τον ενταφιασμό του,
που τελούν σε άμεση σχέση με τον θάνατο του και είναι ανάλογες προς την
κοινωνική του θέση, δικαιούνται να αξιώσουν από τον υπεύθυνο του θανάτου του
εκείνοι που φέρουν αυτά κατά νόμο, οι οποίοι είναι οι προς διατροφή του
υπόχρεοι ή οι κληρονόμοι του ή ένας από αυτούς, εφόσον πράγματι κατέβαλλε
αυτά (βλ. και ΑΠ 1212/1975, ΝοΒ 24.519, Αθανάσιο Κρητικό, Αποζημίωση από
Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδ. 1998, αριθ. 508, σελ. 194 και
Συμπλήρωμα 2002, αριθ. 508, σελ. 53), δεδομένου ότι η αξίωση αυτή έχει το
χαρακτήρα αποζημίωσης και δεν επιδιώκεται με κληρονομικό δικαίωμα, ως
στοιχείο της κληρονομιάς, ώστε να χωρήσει επιμερισμός της με βάση την
κληρονομική μερίδα [βλ. ΑΠ 1590/1990, ΝοΒ 29.895]. Ειδικότερα, στα έξοδα
κηδείας περιλαμβάνονται τα έξοδα μεταφοράς του θανόντος σε τόπο διάφορο του
θανάτου, με το σύνηθες μεταφορικό μέσο [βλ. ΕφΑθ 1735/1993 ΕπΣυγκΔ 1994.297,
Κρητικό, Αποζημίωση από Τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 1998, αριθ.
506], τα έξοδα ταφής, δηλαδή τα απαραίτητα για την προετοιμασία αυτής [λ. χ.
η δαπάνη για την αγορά φέρετρου, λουλουδιών για τη διακόσμηση του φέρετρου
και της εκκλησίας, δημοσίευση νεκρώσιμων αγγελιών), τα έξοδα τέλεσης της
νεκρώσιμης ιεροπραξίας [όπως δικαιώματα ναού, αμοιβές των συμμετασχόντων
θρησκευτικών λειτουργιών και ιεροψαλτών] και τέλος τα απαιτούμενα για την
καθεαυτό ταφή έξοδα [μεταφορά νεκρού στο νεκροταφείο, δικαιώματα
νεκροταφείου για την ταφή, δικαιώματα γραφείου κηδειών, δαπάνη μίσθωσης και
κατασκευής μαρμάρινου τάφου, (βλ. ειδικά για την τελευταία δαπάνη, ΑΠ
119/1999 ΕλλΔνη 1999.773), οι δαπάνες πένθιμης δεξίωσης ή συνεστίασης,
σύμφωνα με τα τοπικά έθιμα, μετά την ταφή (βλ. ΕφΑθ 4630/2002, ΕλλΔνη
2003.1391, 1392, ΕφΘεσ 1506/2003, Αρμ 2003.1760, ΕφΠειρ 565/1994, ΕπΣυγκΔ
1994.457, ΕφΑθ 3824/1992, ΕπΣυγκΔ 1993.91, Κρητικό, ό.π., αριθ. 472].
Αντίθετα δεν περιλαμβάνονται σ` αυτά, αφενός τα έξοδα πένθους, δηλαδή εκείνα
τα οποία έχουν αιτία το θρησκευτικό καθήκον και την ευσέβεια προς τη μνήμη
του νεκρού [έξοδα μνημοσυνών ή προμήθειας πένθιμων ενδυμασιών], αφετέρου οι
δαπάνες που είναι μεν συναφείς προς την κηδεία, πηγάζουν όμως από
ελευθεριότητα και διενεργούνται προς κατάδειξη της ιδιαίτερης στοργής και
αγάπης του δαπανώντος προς το νεκρό, όπως είναι τα φιλοδωρήματα στο
νεκροταφείο, οι καταθέσεις στεφανιών και σταυρών από άνθη [βλ. ΕφΑθ
4630/2002, ΕλλΔνη 2003.1391.1392, ΕφΘεσ 1506/2003 Αρμ 2003 σελ 1760, ΕφΘεσ
2513/1999, Αρμ 2000.1487, Κρητικό, ό.π., αριθμ. 507]. Επίσης, δεν
επιδικάζονται τα έξοδα ταξιδιού των συγγενών και γονέων του θανατωθέντος,
για να μεταβούν στον τόπο όπου γίνεται η επικήδεια τελετή ή στον τόπο που
έλαβε χώρα ο θάνατος για την παραλαβή και μεταφορά της σορού στον τόπο της
ταφής [βλ. ΑΠ 1590/1980 Νοβ 29.895, ΕφΑθ 4630/2002, ΕλλΔνη 2003.1391.1392,
ΕφΘεσ 1506/2003 Αρμ 2003.1760, ΕφΘεσ 2513/1999, Αρμ 2000.1487, Κρητικό,
ό.π., αριθ. 507].

II. Σύμφωνα με το άρθρο 932 εδ.γ ΑΚ σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου η
χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης μπορεί να επιδικαστεί στην
οικογένεια του θύματος. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός του όρου
«οικογένεια του θύματος», πάντως κατά την σαφή έννοια της διάταξης αυτής, που
απορρέει από τον σκοπό της θέσπισης της, στην οικογένεια του θύματος
περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι μ` αυτόν συγγενείς του
θανατωθέντος, αδιαφόρως αν συζούσαν μ` αυτόν ή διέμεναν χωριστά (Στ.
Πατεράκης Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, σελ. 309, ΟλΑΠ
762/1992 ΠΧ ΜΒ σελ. 665, ΑΠ 185/1998 ΕλλΔνη 39/837-8, ΕφΘεσ 586/1999 Αρμ.
53/1536), η συνοίκηση, όμως λαμβάνεται υπόψη κατά τον προσδιορισμό του ύψους
της χρηματικής ικανοποίησης. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζονται οι
σχέσεις του θύματος με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, ενώ ουσιαστική
προϋπόθεση επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης είναι επίσης η απόδειξη, ότι
στην συγκεκριμένη περίπτωση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπέστη πραγματικά
ψυχική οδύνη για την απώλεια του προσφιλούς του προσώπου. Σύμφωνα με τα
παραπάνω περιλαμβάνονται στην κατ` άρθρο 932 εδ.γ ΑΚ οικογένεια αναμφίβολα,
η σύζυγος, οι γονείς, οι αδελφοί, οι απώτεροι ανιόντες, παππούς και γιαγιά,
τα τέκνα, πεθερός και πεθερά κ.λ.π. (Σ. Πατεράκης, οπ. όπου παραπομπές στη
νομολογία κατά περίπτωση, ΑΠ 1577/1998 ΕΕΝ 2000/235, ΑΠ 1631/1990 ΝοΒ
1991/612, ΕφΘεσ 244/2000 Αρμ. 55/652, ΕφΘεσ 586/1999 οπ.). Τέλος, η ψυχική
οδύνη αποτελεί είδος ή μορφή της ηθικής βλάβης (που είναι η μη αποτιμητή σε
χρήμα ζημία που υφίσταται το πρόσωπο από την προσβολή των μη περιουσιακών
αγαθών), η δε χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που προβλέπει το
αρθρ. 932 εδ. γ ΑΚ υπέρ της οικογένειας του θανατωθέντος από αδικοπραξία,
έχει ως δικαιολογία τον ψυχικό πόνο που δοκιμάζουν οι στενοί συγγενείς
(οικογένεια με την προδιαληφθείσα έννοια) εξαιτίας του θανάτου αυτού και
σκοπό την απ` αυτούς κτήση περιουσιακών αγαθών, με τα οποία θα γίνει δυνατή
η ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση τους (Γεωργιάδης, σε Γεωργιάδη –
Σταθόπουλου, ΑΚ, αρ. 932 αριθ. 1,2 Κρητικός ο.π. αριθ. 933). Ο προσδιορισμός
του ύψους της εύλογης, κατά την ως άνω διάταξη χρηματικής ικανοποίησης
αφέθηκε στην ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, το οποίο προς το σκοπό αυτό
λαμβάνει υπόψη του τις συνθήκες της θανάτωσης του παθόντος, το βαθμό του
πταίσματος του υπαιτίου και του ενδεχομένως συντρέξαντος πταίσματος του
παθόντος, την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των μερών, τις λοιπές
προσωπικές σχέσεις και ιδιότητες τους (ηλικία του θανόντος και των συγγενών
που ζητούν την χρηματική ικανοποίηση, φύλλο, ευαισθησία), την συνοίκηση του
θανόντος με τα λοιπά μέλη της οικογένειας και άλλες ενδεχομένως συντρέχουσες
περιστάσεις, εκτιμώντας τα στοιχεία αυτά κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας
και της λογικής που υπαγορεύουν την ύπαρξη κάποιας αναλογίας μεταξύ των
στοιχείων αυτών και του μεγέθους της χρηματικής ικανοποίησης (Γεωργιάδης,
οπ. Αριθ. 22, Κρητικός οπ. Αριθ. 973, ΑΠ 1433/2000 ΕλλΔνη. 42/673, ΑΠ
350/1999 ΕλλΔνη, 40/1515, ΑΠ 1349/1993 ΕλλΔνη 35/1272).

Στην κρινόμενη αγωγή οι ενάγοντες εκθέτουν ότι από την επισυμβάσα επί της
οδού Μ. της πόλης της Ρόδου την 29-12-2007, σύγκρουση της υπ` αριθ.
…..δίκυκλης μοτοσικλέτας, που οδηγούσε ο Σ. Π., πατέρας του πρώτου και
δεύτερου των εναγόντων, με το υπ` αριθ. ……Δ.Χ.Φ. φορτηγό που οδηγούσε
ο πρώτος εναγόμενος, ιδιοκτησίας του δεύτερου εναγόμενου και ασφαλισμένο για
την έναντι τρίτων αστική του ευθύνη στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική
εταιρία, οφειλόμενη σε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του φορτηγού,
κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, τραυματίστηκε θανάσιμα και απεβίωσε αμέσως ο
οδηγός της μοτοσικλέτας, ζητούν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι με απόφαση
προσωρινά εκτελεστή να καταβάλουν σ` αυτούς ο καθένας εις ολόκληρο α) στον
πρώτο από αυτούς το ποσό των 200.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω
ψυχικής οδύνης και το ποσό των 1.093,64 ευρώ για έξοδα κηδείας, β) στον
δεύτερο από αυτούς ομοίως το ποσό των 200.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση
λόγω ψυχικής οδύνης, επιφυλασσόμενοι να ζητήσουν το ποσό των 100,00 ευρώ από
τον πρώτο εναγόμενο για την ίδια αιτία, ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου,
για την παράσταση του ως πολιτικώς ενάγοντες, και γ) στον τρίτο από αυτούς
το ποσό των 180.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, όλα
τα ανωτέρα ποσά νομιμοτόκως από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής. Τέλος
οι ενάγοντες ζητούν να επιβληθούν σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά τους
έξοδα.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή φέρεται αρμοδίως καθ` ύλη και κατά
τόπο προς εκδίκαση ενώπιον του δικαστηρίου τούτου (άρθρα 9, 14 παρ.2, 16
αρ.12, 22, 25 παρ.2 ΚΠολΔ) το οποίο δικάζει κατά την ειδική διαδικασία των
άρθρων 666, 667, 670-676, 681 Α` ΚΠολΔ και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις
διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδ. β, 346, 481, 914, 926, 928, 932,
Α.Κ., 70, 74, 176, 907, 908 παρ. 1 περ.δ, ΚΠολΔ, 2, 4, 9, 10 ν.ΓΠΝ/1911, ο
οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ με τον Αστικό Κώδικα (άρθρα 47 και 114 του
ΕισΝΑΚ) και 10 παρ. 1 του Ν. 489/1976.

Οι εναγόμενοι, παραδεκτά με τις νομοτύπως κατατεθείσες προτάσεις τους,
προέβαλαν τον ισχυρισμό περί αποκλειστικής υπαιτιότητας, άλλως
συνυπαιτιότητας του θανόντος, κατά ποσοστό 90%, στην πρόκληση του επίδικου
ατυχήματος. Επίσης, προέβαλαν τον ισχυρισμό περί συνυπαιτιότητας του
θανόντος, στον θανάσιμο τραυματισμό του, γιατί δεν έκανε χρήση
προστατευτικού κράνους. Ο ισχυρισμός περί αποκλειστικού πταίσματος του
θανόντος συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής (ως προς τη βάση της αγωγής
που στηρίζεται στις διατάξεις του ν. ΓπΝ/1911, ήτοι στο άρθρο 10 του εν λόγω
νόμου, στοιχείο της βάσης της οποίας είναι η υπαιτιότητα του οδηγού του
άλλου αυτοκινήτου (εναγομένου), ενόψει της μη εφαρμογής του άρθρου 5 αυτού
(ΑΠ 1051/1998, ΕΕΝ 1999.877, Κρητικό, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά
Ατυχήματα, 1998, αριθμ. 1485, σελ. 523), (βλ. Κρητικό, Αποζημίωση από
Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, 1998, αριθμ. 1487, σελ. 524 και ως προς τη
βάση της αγωγής από τις περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, βλ. ΑΠ 763/2000,
ΕλλΔνη 2001.75). Ο ισχυρισμός περί συντρέχοντος πταίσματος του θανόντος στην
πρόκληση του ατυχήματος, όπως, άλλωστε, και στον θανάσιμο τραυματισμό του,
αποτελεί νόμιμη ένσταση, κατ` άρθρο 300 του ΑΚ (βλ. ΑΠ 912/1996, ΕλλΔνη
1997.79, ειδικά δε για τη βάση της αγωγής από το ν. ΓπΝ/1911, βλ. Κρητικό,
ό.π. αριθμ. 1487, σελ. 524 και για τη βάση της αγωγής από τις περί
αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, (βλ. ΑΠ 485/2001, ΕλλΔνη 2002.384, ΑΠ
763/2000, ΕλλΔνη 2001.75) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν.

Από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, για
μερικά των οποίων γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλειφθεί
κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, μεταξύ των οποίων και οι
εξετάσεις μαρτύρων κλπ., κατά τη διενεργηθείσα αστυνομική προανάκριση, που
εκτιμώνται ελεύθερα στην παρούσα δίκη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΑΠ
154/1992, ΕλλΔνη 33.814, ΑΠ 796/1983, ΕλλΔνη 1983.1398, ΕφΑθ 9440/1986,
ΕλλΔνη 1986.869) και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες (άρθρα 444 παρ. 3, 448
παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ, βλ. για το επιτρεπτό αυτών ως αποδεικτικό
μέσο, ΕφΑθ 4519/1993, ΕπΣυγκΔ 1994.21,24, ΕφΑθ 6001/1990 ΕπΣυγκΔ 1990,367),
αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Στις 29-12-2007, ημέρα Σάββατο και περί ώρα 11.05, ήτοι υπό συνθήκες πλήρους
φυσικού φωτισμού, ο ηλικίας 65 ετών Σ. Π., πατέρας του πρώτου και δεύτερου
και αδελφός του τρίτου εκ των εναγόντων, έβαινε με την υπ` αριθμ. κυκλοφορίας
…… δίκυκλη μοτοσικλέτα του στη μονής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες
κυκλοφορίας και με πλάτος οδοστρώματος 7,90 μέτρων οδό Μ. της πόλης της Ρόδου
(βλ. έκθεση αυτοψίας και σχεδιάγραμμα) με κατεύθυνση προς την οδό Κ. Π. Η ως
άνω οδός διασταυρώνεται με την οδό Χ., στη συμβολή των οποίων υπάρχουν
φωτεινοί σηματοδότες. Κατά τον ίδιο χρόνο εκινείτο επί της ίδιας ως άνω οδού
ο I. D., ο οποίος οδηγούσε το υπ` αριθ. κυκλοφορίας …… Δ.Χ.Φ. φορτηγό,
ιδιοκτησίας του δεύτερου εναγομένου, ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική
του ευθύνη στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία με κατεύθυνση την οδό Κ.
Π. Το όχημα του πρώτου εναγομένου ήταν ακινητοποιημένο στους φωτεινούς
σηματοδότες που είχαν κόκκινο φως και περίμενε να ανάψουν πράσινο φως για να
ξεκινήσει. Μπροστά του και σε απόσταση περίπου δύο μέτρων ήταν
ακινητοποιημένος ο θανών, ο οποίος περίμενε ομοίως να ανάψει πράσινο φως για
να ξεκινήσει.

Μόλις οι φωτεινοί σηματοδότες άναψαν πράσινο φως ο οδηγός της μοτοσικλέτας
κινούμενος με μικρή ταχύτητα ξεκίνησε για να συνεχίσει την πορεία του.
Ωστόσο, ο πρώτος εναγόμενος και οδηγός του φορτηγού ξεκίνησε πολύ απότομα
και αναπτύσσοντας ταχύτητα, άνω των 50 χλμ/ώρα με αποτέλεσμα να συγκρουστεί
με τη δίκυκλη μοτοσικλέτα, προσκρούοντας με το εμπρόσθιο τμήμα του φορτηγού
στο οπίσθιο τμήμα της δίκυκλης, να πέσει κάτω ο οδηγός αυτής και να τον
συνθλίψει με τις ρόδες του, επιφέροντας με αυτόν τον τρόπο τον τραγικό
θάνατο αυτού. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά αποδείχθηκε ότι αποκλειστικά
υπαίτιος του ένδικου ατυχήματος ήταν ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος προκάλεσε
αυτό από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να επιδείξει υπό
τις συγκεκριμένες συνθήκες.

Ειδικότερα η αμέλεια του συνίσταται στο γεγονός ότι αφενός συμμορφώθηκε με
την ένδειξη του φωτεινού σηματοδότη ο οποίος υπήρχε στην πορεία του αφετέρου
ξεκίνησε την πορεία του με μεγάλη ταχύτητα, η οποία δεν επιτρέπεται σε
παρόμοιες περιπτώσεις. Περιστατικά από τα οποία να προκύπτει συμμετοχή του
θανόντος στην πρόκληση του ατυχήματος δεν αποδείχθηκαν, απορριπτόμενης ως
ουσιαστικά αβάσιμης της ένστασης συνυπαιτιοτητας που προτείνουν οι
εναγόμενοι. Η αμελής αυτή συμπεριφορά του I. D. συνδέεται αιτιωδώς με την
πρόκληση του ατυχήματος ως μόνη αιτία αυτού, αφού με τη μεγάλη ταχύτητα που
ανέπτυξε μόλις άναψε ο πράσινος σηματοδότης είχε ως αποτέλεσμα να ανατραπεί
η μοτοσικλέτα και ο οδηγός της να εκτιναχθεί στο οδόστρωμα. Είναι όμως
συνυπαίτιος ο θανών και δη κατά ποσοστό 15% για την έκταση της βλάβης την
οποία υπέστη και δη για τον θανάσιμο τραυματισμό του, καθόσον δεν έφερε ως
όφειλε (αριθ. 101 ΚΟΚ) προστατευτικό κράνος (βλ. έκθεση αυτοψίας) η
παράλειψη δε αυτή συνετέλεσε αποφασιστικά στην βαρύτητα των τραυμάτων (βαριά
κρανιοεγκεφαλική κάκωση) που επέφεραν το θάνατο του. Συγκεκριμένα, υπέστη
βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, κάκωση θώρακος και κοιλίας και πολλαπλά
κατάγματα οστών, που επέφεραν ως μόνη ενεργός αιτία το θάνατο του, (βλ. τη
με αριθμό πράξης 73/Γ/2007 ληξιαρχική πράξη θανάτου του, που συντάχθηκε από
τη Ληξίαρχο Δήμου Ροδίων). Ο πρώτος ενάγων κατέβαλε για έξοδα κηδείας του
θανόντος πατρός του το ποσό των 1.093,64 ευρώ (βλ. την 8985/7-1-2008
απόδειξη παροχής υπηρεσιών του γραφείου κηδειών της ομόρρυθμης εταιρείας με
την επωνυμία «… & ΣΙΑ Ο.Ε.» από το οποίο, όμως, έχει αφαιρεθεί το ποσό των
722,96 ευρώ, που καταβλήθηκαν από το Ι.Κ.Α. (βλ. την υπ` αριθ. 438/9-1-2008
απόφαση παροχών). Περαιτέρω, από τον άνω βίαιο θάνατο του Σ. Π. ο πρώτος,
δεύτερος και τρίτος των εναγόντων της υπό κρίση αγωγής, ανήκοντες στην
οικογένεια του θανόντος κατά την προδιαληφθείσα έννοια ένιωσαν πραγματικά
ψυχική οδύνη, αφού συνδέονταν με σχέσεις αληθινής αγάπης και στοργής με τον
θανόντα και δικαιούνται εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, η οποία ανέρχεται
κατά την κρίση του Δικαστηρίου και αφού ληφθούν υπόψη ιδίως α) ο βαθμός της
συγγενικής τους σχέσης με τον θανόντα και ειδικότερα ότι ο πρώτος και
δεύτερος είναι τέκνα του ηλικίας 33 και 23 έτη αντίστοιχα κατά τον χρόνο του
θανάτου, και ο τρίτος αδελφός αυτού ηλικίας 60 ετών, β) η ηλικία του αφού
κατά το χρόνο του θανάτου ήταν 65 ετών, γ) οι προαναφερθείσες συνθήκες του
θανάτου που ήταν βίαιος και αιφνίδιος, δ) η συνυπαιτιότητα του θανόντος ως
προς την έκταση και την βαρύτητα των τραυμάτων του, ε) η κοινωνική και
οικονομική κατάσταση των μερών, πλην της τρίτης εναγομένης ασφαλιστικής
εταιρίας, η ευθύνη της οποίας είναι εγγυητική (βλ. ΑΠ 1114/2000, ΕλλΔνη
2000.1591), αλλά και της έντονης ψυχικής οδύνης που υπέστησαν οι ενάγοντες,
από τον αδόκητο θάνατο του ως άνω πατρός και αδελφού τους, ανάλογα με το
βαθμό της συγγένειας τους, το Δικαστήριο κρίνει, ότι, για την απάμβλυνση
αυτής και για την ηθική παρηγοριά και ανακούφιση τους, δικαιούνται εύλογη
χρηματική ικανοποίηση, η οποία καθορίζεται: α) για τον πρώτο και δεύτερο
ενάγοντα στο ποσό των εβδομήντα χιλιάδων (70.000,00) ευρώ, στο οποίο δεν
συμπεριλαμβάνεται το άνω ποσό των εκατό (100) ευρώ, για το οποίο
επιφυλάχθηκαν να το αξιώσουν στο ποινικό δικαστήριο για την ίδια αιτία και
β) για τον τρίτο ενάγοντα στο ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000,00) ευρώ.
Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, ως βάσιμη και από
ουσιαστική άποψη, και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν, σε
ολόκληρο ο καθένας και με τους νόμιμους τόκους από την επομένη της επίδοσης
της αγωγής: α) Στον πρώτο ενάγοντα (1.093,64 + 70.000 =) 71.093,64 ευρώ, β)
στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 70.000,00 και γ) στον τρίτο ενάγοντα το
ποσό των 30.000,00 ευρώ. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί εν μέρει και δη για τα
αναφερόμενα στο διατακτικό ποσά, προσωρινά εκτελεστή, γιατί, κατά την κρίση
του Δικαστηρίου, η επιβράδυνση της εκτέλεσης κατά τα ποσά αυτά είναι δυνατό,
να προξενήσει σημαντική ζημία στους ενάγοντες και πρόκειται για αποζημίωση
από άδικη πράξη. Μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, με βάση και το
σχετικό αίτημα τους, βαρύνει τους εναγομένους, ανάλογα με το ποσοστό της
ήττας των τελευταίων (άρθρα 178 παρ. 1, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς τον δεύτερο εναγόμενο.

ΔΙΚΑΖΕΙ, κατ` αντιμωλία των λοιπών.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά ένα μέρος την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγομένους, να καταβάλουν, σε ολόκληρο ο καθένας και με
τους νόμιμους τόκους από την επομένη της επίδοσης της αγωγής:

α) στον πρώτο ενάγοντα, Κ. Π., το ποσό των εβδομήντα μίας χιλιάδων εννενήντα
τριών και εξήντα τεσσάρων λεπτών (71.093,64) ευρώ, β) στο δεύτερο ενάγοντα,
Θ. Π., το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων (70.000,00) ευρώ και γ) στον τρίτο
ενάγοντα, Π. Π. το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000,00 ) ευρώ.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, προσωρινά εκτελεστή, για το ποσό των τριάντα πέντε
χιλιάδων (35.000,00) ευρώ, όσον αφορά τον πρώτο ενάγοντα, για το ποσό των
τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000,00) ευρώ, όσον αφορά το δεύτερο και το ποσό
των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ, όσον αφορά τον τρίτο ενάγοντα.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγομένους, να πληρώσουν μέρος των δικαστικών εξόδων των
εναγόντων, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων
εξακοσίων (5.600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Ρόδο στο ακροατήριο του
Δικαστηρίου τούτου σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στις 13-7-2009 με
απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πηγή : Δίκτυο Νομικών Πληροφοριών Νόμος (www.lawdb.intrasoftnet.com)

Αφήστε μια απάντηση