156/2008 ΕΦ ΔΩΔ ( 542495)
(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Εφεση. Κανών άπαξ ασκήσεως. Η απαγόρευση ασκήσεως δεύτερης έφεσης από τον
ίδιο διάδικο κατά της αυτής απόφασης ισχύει και στην περίπτωση που η πρώτη
απορρίφθηκε ως απαράδεκτη.
Αριθμός Απόφασης
156/2008
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Ευριπίδη Λαγουδιανάκη, Πρόεδρο Εφετών,
Εμμανουήλ Βασιλάκη, Ελένη Φραγκάκη [Εισηγήτρια], Εφέτες και τη Γραμματέα
Αικατερίνη Διακοκολιού.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στη Ρόδο την 14.3.2008 για να δικάσει
την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:
[Α] Tης Εκκαλούσας: Μ. χήρας Μ. Σ., κατοίκου Ρόδου, η οποία παραστάθηκε δια
του πληρεξουσίου δικηγόρου της Σάββα Παπαγεωργίου [με αριθ. 1312/2008
γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής Δ.Σ. Ρόδου].
Των Εφεσιβλήτων: 1) Π. Κ., κατοίκου Κρεμαστής Ρόδου, ο οποίος δεν
παραστάθηκε δια πληρεξουσίου δικηγόρου, 2) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας
που εδρεύει στην Αθήνα με την επωνυμία “I. AE” νόμιμα εκπροσωπούμενης, η
οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Στέργου-Χρήστου
Παρασκευά, 3) Α. Μ., κατοίκου Ρόδου, και 4) Ανώνυμης εταιρείας γενικών
ασφαλειών που εδρεύει στην Αθήνα με την επωνυμία «Ε. ΑΕ» νόμιμα
εκπροσωπούμενης, οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους
Ιωάννη Καραμιχάλη.
[Β] Των Εκκαλούντων: 1) Α. Μ., κατοίκου Ρόδου, και 2) Ανώνυμης εταιρείας
γενικών ασφαλειών που εδρεύει στην Αθήνα, με την επωνυμία «Ε. ΑΕ» νόμιμα
εκπροσωπούμενης, οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους
Ιωάννη Καραμιχάλη.
Της Εφεσίβλητης: Μ. χήρας Μ. Σ., κατοίκου Ρόδου, η οποία παραστάθηκε δια του
πληρεξουσίου δικηγόρου της Σάββα Παπαγεωργίου [με αριθ. 1312/2008 γραμμάτιο
προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής Δ.Σ. Ρόδου].
Η ενάγουσα-εκκαλούσα-εφεσίβλητη (μαζί με άλλους μη διαδίκους) άσκησε στο
Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου κατά των εναγομένων (εφεσιβλήτων-εκκαλούντων) την
από 27.6.2000 και με αριθ. εκθ. κατ. 197/4.7.2000 αγωγή της. Το Δικαστήριο
εκείνο με την 188/2001 οριστική απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή,
αντιμωλία των διαδίκων. Κατά της οριστικής αυτής απόφασης, ασκήθηκαν στο
δικαστήριο που την εξέδωσε, απευθυνόμενες στο παρόν: [Α] Από την ενάγουσα η
από 17.4.2006 και με αριθ. εκθ. κατ. 131/5.5.2006 ένδικη έφεσή της, αντίγραφο
της οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος με αριθ. εκθ. κατ.
186/8.5.2006, για τη συζήτηση δε αυτής που γράφτηκε νόμιμα με τη σειρά της
στο σχετικό πινάκιο, ορίσθηκε μετ` αναβολή δικάσιμος, αυτή που αναφέρεται
στην αρχή της παρούσας. Και [Β] Από τους 3ο και 4η των εναγομένων η από
12.4.2007 και με αριθ. εκθ. κατ. 145/13.4.2007 ένδικη έφεσή τους, αντίγραφο
της οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος με αριθ. εκθ. κατ. 164/
17.4.2007. Για τη συζήτηση δε αυτής που γράφτηκε νόμιμα με τη σειρά της στο
σχετικό πινάκιο, ορίσθηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της
παρούσας.
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση, εκφωνήθηκε νόμιμα
με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των
διαδίκων, ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και αναφέρθηκαν στις
γραπτές προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες με αριθ. εκθ. κατ. (α) 131/2006 (αριθ. κατ. Εφετείου
186/2006) και (β) 145/2006 (αριθ. κατ. Εφετείου 164/2007) οι οποίες βάλλουν
κατά της 188/2001 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου που εκδόθηκε
κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητο κτλ και
κατ` αντιμωλία των διαδίκων, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και αφορούν
αξιώσεις από το ίδιο αυτοκινητιστικό ατύχημα ως και από την σύμβαση
ασφαλίσεως κατά των ίδιων εν μέρει προσώπων, πρέπει κατ` άρθρο 246 ΚΠολΔ να
ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους, καθόσον με τον
τρόπο αυτό διευκολύνεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η διεξαγωγή της
δίκης, αποφεύγεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων και επέρχεται μείωση των
εξόδων.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 514 ΚΠολΔ., απαγορεύεται η άσκηση δεύτερης
έφεσης από τον ίδιο διάδικο κατά της αυτής απόφασης, έστω και αν στηρίζεται
σε άλλους λόγους ή στρέφεται κατά άλλου κεφαλαίου. Εξάλλου, από τη διάταξη
του άρθρου 532 του ίδιου Κώδικα ορίζεται, ότι αν λείπει κάποια από τις
προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης, ιδίως αν η έφεση δεν ασκήθηκε
εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες προϋποθέσεις, τότε το δικαστήριο την
απορρίπτει, ως απαράδεκτη και αυτεπάγγελτα. Σκοπός της πρώτης από τις πιο
πάνω διατάξεις είναι η αποφυγή κατακερματισμού της δίκης και της επιβράδυνσης
της τελεσίδικης κρίσης επί της διαφοράς προς βλάβη του νικήσαντα διαδίκου.
Προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 514 ΚΠολΔ είναι α) να
πρόκειται για άσκηση δεύτερης έφεσης, β) με τη δεύτερη έφεση να πλήττεται η
ίδια απόφαση, η οποία επλήγη με την πρώτη έφεση και γ) να πρόκειται για
έφεση, που ασκείται κατά του αυτού διαδίκου, ως εφεσίβλητου κατά του οποίου
ασκήθηκε η πρώτη έφεση. Η απαγόρευση της άσκησης δεύτερης έφεσης από τον ίδιο
διάδικο κατά της αυτής απόφασης ισχύει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, και
στην περίπτωση που η πρώτη απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθόσον η παραδοχή της
αντίθετης άποψης όχι μόνο αντίκειται στη σαφή διατύπωση του άρθρου 514 ΚΠολΔ,
αλλά και στον περαιτέρω σκοπό αυτού, αφού -στην αντίθετη περίπτωση- θα είχε
ως αναγκαία συνέπεια την απαράδεκτη επιβράδυνση στην επέλευση των εξαρτημένων
από την τελεσιδικία αποτελεσμάτων του δεδικασμένου και της εκτελεστότητας
(ΚΠολΔ 321, 904 § 2 εδ. α`), αν ο ηττημένος στον πρώτο βαθμό διάδικος είχε το
δικαίωμα να ασκεί επανειλημμένα απαραδέκτως το ένδικο μέσο της έφεσης (βλ. Σ.
Σαμουήλ, Η έφεση έκδ. Ε. παρ. 161 επ., Κλαμαρή, Ο κανών της άπαξ μόνο
ασκήσεως των ενδίκων μέσων 1981 σ. 119 επ. και 185 επ., ΟλΑΠ 1138/1974 ΝοΒ
23.640, ΕφΑθ 8436/1998 ΕλλΔνη 40.411, ΕφΑθ 172/1980 ΝοΒ 30.240, ΕφΑθ
1015/1980 ΝοΒ 28.1533, ΕφΑθ 3044/1983 ΑρχΝ 34.727, ΕφΑθ 5240/1985 Δ. 17.358,
ΕφΑθ 2075/1986 ΕλΔνη 27.835 και ΕφΑθ 2185/1989 ΕλλΔνη 31.882 Εφ Πειρ.
570/1996 ΕλΔνη 38.681, Εφ.Θεσ. 1315/1997 ΝοΒ 1998.661).
Στην προκειμένη περίπτωση από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής:
(1) Η με αριθ. 16/2005 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου απέρριψε ως απαράδεκτη
τη με αριθ. 421/2001 έφεση ως προς την ενάγουσα-εκκαλούσα Μ. χήρα Μ. Σ., για
το λόγο ότι η εκκαλούμενη 188/2001 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου
(εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία για ζημίες από αυτοκίνητο και από τη
σύμβαση ασφαλίσεως αυτού) που εκδόθηκε επί της 197/2000 αγωγής περί
αποζημιώσεως από αυτοκινητικό ατύχημα, ήταν εν μέρει οριστική ως προς την
ανωτέρω ενάγουσα-εκκαλούσα Μ. Σ. (διότι υπήρχε αγωγικό κονδύλιο για απώλεια
εισοδημάτων για το οποίο η εκκαλούμενη ανέστειλε την πρόοδο της δίκης μέχρι
επιδόσεως αντιγράφου της αγωγής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.) και δεν υπόκειτο σε
έφεση ούτε κατά τις οριστικές διατάξεις της. Κατ` επέκταση για τον ίδιο λόγο
η ανωτέρω 16/2005 απόφαση απέρριψε ως απαράδεκτες και τις συνεκδικαζόμενες με
αριθ. 401/2001 έφεση και 191/2002 πρόσθετους λόγους αυτής, 417/2001 και
423/2001 εφέσεις των εκκαλούντων-εναγομένων κατά το μέρος που στρεφόταν κατά
της εφεσίβλητης-ενάγουσας Μ. Σ.. Στη συνέχεια η τελευταία ως εκκαλούσα με την
από 24-7-2005 (αρ. εκθ. κατ. 313/2005) κλήση της επανέφερε προς συζήτηση τις
παραπάνω εφέσεις, δηλώνοντας ότι παραιτείται από το δικόγραφο της 421/2001
έφεσής της και της 197/2000 αγωγής της (ως προς το κονδύλιο εκ δρχ. 1.350.000
για απώλεια εισοδημάτων δώδεκα μηνών) και το Δικαστήριο αυτό με τη με αρ.
55/2006 απόφασή του, απέρριψε, την κλήση ως απαράδεκτη με το αιτιολογικό ότι,
εφόσον οι εφέσεις αυτές απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες με την 16/2005 απόφαση
του Δικαστηρίου τούτου, καταργήθηκε η εκκρεμοδικία που δημιουργήθηκε με την
άσκηση τους και περαιτέρω ότι α) δεν είναι δυνατή η παραίτηση από έφεση που
έχει ήδη απορριφθεί με προγενέστερη απόφαση, και β) δεν υφίστατο εκκρεμοδικία
για να είναι δυνατή η παραίτηση από το αγωγικό δικόγραφο.
Ηδη η εκκαλούσα Μ. Σ. με την πρώτη των ως άνω συνεκδικαζομένων ενώπιον του
Δικαστηρίου αυτού εφέσεων επικαλούμενη εκ νέου την παραίτηση από το δικόγραφο
της 421/2001 έφεσής της και της 197/2000 αγωγής της (ως προς το κονδύλιο εκ
δρχ. 1.350.000 για απώλεια εισοδημάτων δώδεκα μηνών), ζητά και πάλι την
εξαφάνιση της ως άνω απόφασης 188/2001 του Μονομελούς πρωτοδικείου Ρόδου κατά
το μέρος που την αφορά. Την εξαφάνιση της ίδιας απόφασης κατά το μέρος που
αφορά την Μ. Σ. ως προς τις επιβλαβείς για εκείνους διατάξεις, ζητούν με την
παραπάνω δεύτερη των συνεκδικαζομένων εφέσεων ως εκκαλούντες οι εκ των
εφεσίβλητων, Α. Μ. και η Ασφαλιστική Εταιρία με την επωνυμία «Ε.» δηλώνοντας
συνάμα ότι παραιτούνται από την με αρ. καταθέσεως 401/2001 προηγηθείσα κατά
της ίδιας απόφασης έφεσης τους. Οι ως άνω κατά της με αρ. 188/2001 εφέσεις
κατά την διάταξη τους ως προς τη Μ. Σ. παραπάνω συνεκδικαζόμενες νέες αυτές
εφέσεις όμως είναι απαράδεκτες διότι α) αποτελούν δεύτερη έφεση με την οποία
α) πλήττεται η ίδια απόφαση, κατά της οποίας οι ίδιοι διάδικοι παραπονούντο
με τις πρώτες με αρ. 421/2001 και 401/2001 εφέσεις τους κατά των ίδιων
αντιδίκων τους και β) διότι επί των πρώτων, ταυτόσημων κατά περιεχόμενο και
διαδίκους, ως ήδη αναφέρθηκε, εφέσεων έχει εκδοθεί η 16/2005 απόφαση του
Δικαστηρίου τούτου με την οποία εκείνες απορρίφθησαν ως απαράδεκτες και δεν
νοείται παραίτηση από εφέσεις επί των οποίων έχει εκδοθεί απόφαση του
Δικαστηρίου αυτού. Τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας των
μεν εφεσίβλητων στη πρώτη έφεση πρέπει να επιβληθούν οε βάρος της εκκαλούσας
Μ. Σ., ενώ τα δικαστικά έξοδα της τελευταίας ως εφεσίβλητης πρέπει να
επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων στη δεύτερη των συνεκδικαζομένων εφέσεων
κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
• Συνεκδικάζει τις με αριθ. εκθ. κατ. (α) 131/2006 και (β) 145/2006 κατά της
188/2001 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου κατ` αντιμωλίαν των
διαδίκων.
• Απορρίπτει αυτές ως απαράδεκτες.
•Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων της κάθε μίας των συνεκδικαζομένων
εφέσεων τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας,
τα οποία καθορίζει για καθεμία έφεση σε τετρακόσια (400) ευρώ.
• Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στη Ρόδο την 2.6.2008 σε μυστική διάσκεψη και
δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στη Ρόδο την 4.7.2008 σε έκτακτη δημόσια
συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με
παρούσα τη γραμματέα.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Ε.Φ.
Πηγή : Δίκτυο Νομικών Πληροφοριών Νόμος (www.lawdb.intrasoftnet.com)